Ο Πίτσος, τέλος.
Καπούτ. Μπι-ελ-αρ. Πως το λένε;
Οι πέρκες και οι μπακαλιάροι μετανάστευσαν στον αθόρυβο και υπερδιαστημικό Ελ-Τζί της μάνας μου, μαζί με τα γάλατα, τα αυγά, τα γιαούρτια, τις καπνιστές μοσχαρίσιες γλώσσες, τα καπνιστά μπέικα, τα σηκώτια, τις μπριζόλες, τα κοτομπούτια για τις σούπες, τα πατεντο-σακουλάκια κατεψ. λαχανικών για τις σούπες, κλπ κλπ.
Επιπλέον, έφτιαξα μία κτηνώδη πίττα - μητέρα όλων των πιττών - για να μην χαλάσουν τα υλικά, συν το ότι μαγείρεψα και κάτι νιόκι γαμιστερά, που 'χα φτιάξει και θάψει (κάνει και ρίμα) στην κατάψυξη.
(θα μπορούσα να πω "που 'χα ζυμώσει και χώσει στην κατάψυξη" επίσης....)
Χάθηκε ο κόσμος ρπμ, να τρώω από τα ντελίβερι; Οι μπύρες δε χαλάνε...
(ή και "που 'χα ετοιμάσει και πετάξει στην κατάψυξη." Μπα...)
Eνα καλό νέο πάντως, είναι ότι το σερβις της αντιπροσωπείας απάντησε Κυριακάτικα στο τηλέφωνο και έδωσα βλάβη. Αύριο με καλούν για ραντεβού και όλα βαίνουν καλώς, ελπίζω.
Επί την ευκαρία, ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου για την συμπαράσταση και να ξέρεις ότι σε λυπήθηκα και δεν έβαλα εξαρχής βίντεο με ψυγεία που ανατινάζονται, πετιούνται από τον 10ο όροφο, τρακάρονται ή πατηκώνονται με βράχους.
Οπότε ναι, θα το επισκευάσω, αν και η 3,5χρονη ανηψιά μου, επιμένει ότι πρέπει να το καθαρίσω. (?!?!)
Το άλλο καλό νέο, είναι ότι ανακάλυψα την αιτία της βλάβης του φίλου μας.
Και εξηγώ:
Κατ' αρχάς το βαφτιστικό του δεν είναι Πίτσος, αλλά Μπος. Γράψε λάθος.
Του ίδιου ομίλου βέβαια, αλλά εμείς θα λέμε ότι έχει γερμανικό
Το ίδιο είναι να λες ότι "όλοι οι πολιτικοί είναι άχρηστοι" με το "οι πολιτικοί που μας κυβερνάνε είναι άχρηστοι";;;
Με το δεύτερο διατηρείς μία ψεύτικη -έστω- ελπίδα, ενώ με το πρώτο καμία!
Συνεχίζω:
Το Σάββατο - μία μέρα πριν τη βλάβη του Πίτσου, είχα πάει στο μανάβη για προμήθειες.
Βασικά, φρούτα ήθελα και κάνα σαλατικό.
Είχε μόνο 2-3 πελάτες, χαιρέτησα την κοπελιά που ήταν στο ταμείο πήρα μια σακούλα και έριξα μέσα ένα τσαμπί παντζάρια. Την άφησα δίπλα στο ταμείο. (μάτσο μήπως; αρμαθιά;)
Πήρα κι ένα πεπονάκι μυρωδάτο, το άφησα δίπλα στην άλλη μου σακούλα.
Είχε μπει ήδη μία γερμανίδα, η γνωστή Φράου Μπλούχερ.
Την έχεις δει παντού. Στα νησιά, στα εργαστήρια πηλού, στα πλανόδια σιάτσου των παραλιών, στις μαρίνες, στις κρεπερί.
Είναι το γνωστό ψηλόλιγνο καλούπι 55άρας με ενσωματωμένο μαύρισμα, κοντά μαλλιά και άθλια μπλούζα με βαθειά λαιμόκοψη για να φαίνεται το διαλυμένο από τον ήλιο δέρμα της.
Φαντάσου προφορά γερμανίδας τουρίστριας που έχει ερωτευτεί έλληνα στη ρόδο το '80 και από τότε μένει μόνιμα στο Φαληράκι μπιτς.
Πλησιάζει το ταμείο, κρατώντας μια χαρτοσακούλα με μερικές ντομάτες.
"Οι τομάτες απο που είναιαιαι;;;"
"Γειά σας. Απο την Κρήτη." (ευγενάστατη και χαμογελαστή η πωλήτρια. 10' (με τόνο))
"Κγήτη?!?!" πιάνει το κεφάλι της με το ένα χέρι σαν τη Μήδεια όταν σκότωσε τα παιδιά της και συνεχίζει:
"Από που Κγήτη?"
Έχω γυρίσει προς το μέρος της και είναι σαν να βλέπω την Κονιόρδου στην Επίδαυρο.
Οι θεατές έχουν βουρκώσει και ακούμε μαγεμένοι τα νυχτοπούλια στους λόφους γύρω από το αρχαίο θέατρο.
"Από Λασίθι" απαντάει η πωλήτρια (ναι, καλά...)
"Λασίθιιιιι?!?!?!" και ανεβάζει και το άλλο χέρι. "ΑΑΑααααααργκχκχκχ ντόιτσε βέλλε" και κάτι σπαραξικάρδικα γερμανικά, αφήνει τη σακούλα στον πάγκο και πάει ξανά έξω στα καφάσια μυξοκλαίγοντας.
(Η πωλήτρια ανέκφραστη. Σαν οδηγός τρόλλεϋ.)
Θα 'χει φυτοφάρμακα στο Λασίθι σκέφτηκα, αλλά κι αυτή γιατί δεν ψωνίζει από καμιά βιολογική λαϊκή, τουλάχιστον να τα τρώει μεν, αλλά με μέτρο;
Τελος πάντων συνέχισα να χαζεύω τα σαλατικά, τσιμπάω κι ένα κουβαδάκι με μούσμουλα, το πάω κι αυτό δίπλα στα άλλα μου πράματα. ( ή κεσεδάκι; )
Εκείνη τη στιγμή η Φράου Μπλούχερ είχε πλησιάσει με άλλο ένα σακούλι, με κεράσια αυτή τη φορά.
Τίποτα δεν θα ήταν όπως πριν ξανά.
Καρπός στο μέτωπο και πάμε:
"ΑΑΑααααααργκχκχκχ ντόιτσε βέλλε, μου πήγατε τα πγάματα μου. Που είναι τα πγάματα μου; που ειναι τομάτες μου; ΑΑΑααααααργκχκχκχ..."
"Κυρία μου δεν τα πήρε κανείς, τα αφήνουν οι πελάτες στον πάγκο όπου να 'ναι και μπερδεύονται τα πράματα σας με των άλλων. Δεν σας τα πήρε κανείς, απλά μπερδεύονται."
Με γερμανική χάρη η Φράου Μπλούχερ άφησε την σακούλα της και ξαναβγήκε έξω. Τα SS είχαν στήσει τους χωριανούς στον τοίχο και ήταν έτοιμη να πατήσει την σκανδάλη του πολυβόλου.
Αν μπορούσε θα υπέγραφε εκείνη επι τόπου την οικονομική καταδίκη μας, για να εκδικηθεί που της "μπεγδεύαν τα πγάματα", τα γουγούνια!
Εν τω μεταξύ ο οδηγός ανέκφραστος!
Αφού την κοιτούσα για να ρίξω συνομωτικό βλέμα και δεν κούνησε βλέφαρο.
Ρομπότ μοντέλο 580 - σκέφτηκα και άφησα μια χαρτοσακούλα με μερικές ντομάτες υδροπονικής καλλιεργειας δίπλα στις άλλες μου σακούλες.
Βασικά τις πήρα για πείραμα, γιατί νόμιζα ότι τέτοιες καλλιέργειες έχουν μόνο στο διάστημα.
Στήνομαι λοιπόν μπροστά στην πωλήτρια: "Είμαι έτοιμος!" της λέω.
Τότε μου γελάει και πιάσαμε μία μονόλεπτη κουβέντα ίσα να μου κάνει λογαριασμό. για την καημένη τη Φράου Μπλούχερ.
Για το πόσο δύσκολο είναι για έναν ξένο, να συνηθίσει την γραψαρχιδιά των ελληνων, μπλα μπλα μπλα, που ακόμα και στον μανάβη καταφέρνουν να τα κάνουν πουτ@ν@ και να μπερδέψουν τα πράματα τους, ξαναμπλα μπλα μπλα.
Συμφώνησα - προφανώς - και συμπλήρωσε πως ακόμα και η ίδια που ο πατέρας της είναι από την Πόλη, όχι μόνο νιώθει την διαφορά στην κουλτούρα, αλλά διαπίστωσε ότι θέλει και κόπο να το συνηθίσεις.
"Θέλει και κόπο να το ζήσεις" συμπλήρωσα, πλήρωσα και έφυγα.
(συνηθίσεις - ζήσεις - συμπλήρωσα - πλήρωσα. διπλή ρίμα - τριπλή αξία λέξης!)
Οταν έφτασα σπίτι και έβαλα τα ψώνια στον Πίτσο, είδα ότι εκτός από τα πατζάρια μου, τα μουσμουλα, το πεπόνι και τις υδροπονικές ντομάτες, είχα και μια χαρτοσακούλα με τομάτες από το Λασίθι, αλλά και μία με κεράσια....
Πολύ πεγίεγο...
Καπγιανού τα πγάματα θα πεγδέφτηκαν μάλλον...