9α
Ξέχασα να σας πω στο μεταξύ ότι ...
Όταν συγκεντρωθήκαμε όλοι όσοι θα μέναμε στο μηχανισμό, δηλαδή εγώ, ο Κανάκης, ο Παντελής, ο άλλος τυπογράφος που έφερα εγώ Κώστας Κατσούλης και ο σύνδεσμος που μας έστειλε η οργάνωση επονίτης Χαράλαμπος Δουλχερίδης, εθεώρησα καθήκον μου, αν και εγώ ήμουν ο οργανωτής του τυπογραφείου, να καλέσω όλη την ομάδα σε σύσκεψη και να προτείνω τον Ι. Κανάκη για αρχηγό της ομάδας. Όταν όμως το έμαθε η οργάνωση, μου έστειλε μακροσκελές σημείωμα με επικεφαλίδα "να διαβαστεί ενώπιον όλης της ομάδας" και που έλεγε με λίγα λόγια ότι δεν είναι καιρός για τέτοια και ότι εμείς στείλαμε εσένα να οργανώσεις το τυπογραφείο υπεύθυνα και εσύ θα είσαι ο υπεύθυνος... .
Το διάβασα στους φίλους και δεν έφερε κανένας καμία αντίρρηση.
9
Στον μηχανισμό η δουλειά συνεχιζόταν με πιο εντατικό ρυθμό. Μια μέρα του Μάρτη του '43, πήρα ένα μακροσκελές σημείωμα από το Γραμματέα του Ε.Α.Μ., Ν. Δηλαβέρη που μας έλεγε ότι για τις 25 Μαρτίου θα πρέπει την "Ελευθερία" να τη βγάλουμε τετρασέλιδη και με μπλε χρώμα αν είναι δυνατόν.
Το διάβασα στα παιδιά του μηχανισμού και τους ανέπτυξα πόσο δύσκολο πράγμα ήταν αυτό. Έπρεπε να περάσει 5 φορές από το μικρό μας μηχάνημα η εφημερίδα μας για να τυπωθεί κάθε σελίδα χωριστά (4 σελ.) και μια το χρώμα (μπλε). Χωριστά η στοιχειοθεσία. Έπρεπε δηλαδή να αρχίσουμε δουλειά από την άλλη μέρα. Να κόψουμε χαρτί, να τυπώσουμε τον τίτλο μπλε και να τα έχουμε έτοιμα μόλις μας στείλουν την ύλη να αρχίσει η στοιχειοθεσία, που θα την έκανε ουσιαστικά ένας. Δηλαδή θα δουλεύαμε μέρα - νύχτα.
Με μια φωνή φώναξαν όλοι ενθουσιασμένοι, "Θα γίνει!".
Ημασταν όλοι τέσσερις. Ο ένας από τους τέσσερις έπαιρνε ραδιόφωνο που το παρακολουθούσε συνεχώς, ο άλλος ήταν εξωτερικός που δικαιολογούταν ως εργάτης του κήπου. Μέναμε λοιπόν 2. Έπρεπε να δουλεύουμε 20 ώρες το 24ωρο.
Να μην τα πολυλογούμε την τελειώσαμε τη δουλειά και άρχισε η αποστολή των εφημερίδων σε τσουβάλια. Ένα από αυτά τα τσουβάλια πιάστηκε από μια παρέα χωροφυλάκων και παραλίγο να πιαστεί και ο σύνδεσμος. Τα άλλα πήγαν στον προορισμό τους. Μετά την κατοχή - και το Λεω προς τιμή μερικών αξιωματικών και χωροφυλάκων της κατοχής - έμαθα τυχαία ότι ο αξιωματικός στον οποίο πήγαν οι χωροφύλακες τον τύπο, αφού διάβασε το περιεχόμενο, τους έβγαλε λόγο και τους είπε ότι είναι πατριωτικού περιεχομένου και πρέπει οπωσδήποτε να βρούμε αυτούς τους πατριώτες και να παραδώσουμε το υλικό...
10
Αλλά δεν μπόρεσαν να βρουν τίποτε και τότε διέταξε να το κάψουν χωρίς να πάρουν είδηση οι Γερμανοί. Στον μηχανισμό αναστατωθήκαμε διότι φοβόμασταν μήπως αναγνωρίσουν το σύνδεσμο Μήτσο και μας κάνουν ζημιά γι' αυτό πήρανε τα μέτρα μας και η δουλειά σταμάτησε για λίγες μέρες.
Χριστούγεννα το 43 :
Παραμονή είχαμε τελειώσει ορισμένες δουλειές και καθόμουν μπροστά στο ραδιόφωνο στο υπόγειο και άκουγα μουσική. Ο Παντελής, ο νοικοκύρης του κήπου, είχε πάει στο σπίτι του για ψώνια, για τα παιδιά κ.τ.λ. , ο Γιάννης κάπου ήταν στο μπαξέ, ο Κώστας και ο Μήτσος κάτι είχαν ετοιμάσει για φαί και κάθονταν μέσα στο μεγάλο δωμάτιο και κουβέντιαζαν. Ανέβηκα κι εγώ από την τρύπα να δω τι γίνεται.
Πριν μπω στο δωμάτιο κοίταξα από την κλειδαρότρυπα. Μια βαριά ατμόσφαιρα επικρατούσε μέσα στο δωμάτιο. Ο Μήτσος έπαιζε στο μπουζούκι του ένα λυπητερό σκοπό, κάτι για μάννα, κάτι για παιδιά και σιγοτραγουδούσε, ο Κώστας που είχε δύο παιδιά σιγοτραγουδούσε κι αυτός. Τα μάτια και των δύο ήταν βουρκωμένα.
Τραβήχτηκα και σκεφτόμουν τι να κάνω για να σπάσει αυτή η βαριά ατμόσφαιρα, γιατί κι εγώ κάτω δεν μπορούσα να βγάλω από το νου μου το παιδί μου και τη γυναίκα μου. Παραμονή Χριστουγέννων, τι να κάνουν; έχουν να φάνε κάτι ιδιαίτερο ή θα στερηθούν και το ψωμί; κτλ κτλ. Μ' αυτές τις σκέψεις ανέβηκα απάνω και είδα αυτή την εικόνα. Σκεφτόμουν λοιπόν τι να κάνω, όχι για να παρηγορήσω αυτούς αλλά περισσότερο να διώξω τις δικές μου σκέψεις.
11
Κατέβηκα λοιπόν πάλι κάτω, πήρα δύο μεγάλες μαχαίρες που κόβαμε χαρτί, πασάλειψα τα μούτρα μου με μουτζούρα από την ασετιλίνη, ανέβηκα επάνω βρήκα κι ένα σεντονάκι, το τυλίχτηκα, έβαλα και στο στόμα μου μια μεγάλη φέτα κρομμύδι, και εισόρμησα στο δωμάτιο λέγοντας στο Μήτσο να παίξει ένα σκοπό να χορέψουμε με τον Κώστα, που τον άρπαξα και τον σήκωσα απάνω.
Το τι έγινε δε λέγεται από γέλια και ενθουσιασμό. Εν τω μεταξύ ήρθαν και οι άλλοι και άλλαξε η ατμόσφαιρα. Φάγαμε και ήπιαμε και λίγο κρασάκι και έτσι παρηγορήθηκα προπαντός εγώ. Ο καιρός περνούσε, η δουλειά συνεχίζονταν, κάθε μέρα γίνονταν συλλήψεις και εκτελέσεις από τους Γερμανούς, ο κόσμος στέναζε από τη διπλή σκλαβιά, αλλά και το αντάρτικο δυνάμωνε τα χτυπήματα του κατά των κατακτητών, παράλληλα με τις επιτυχείς μάχες στο Ανατολικό μέτωπο.
Στις δυνάμεις των πατριωτών, όλο και καινούργια παλικάρια προσχωρούσαν. Οι δοσίλογοι και οι προδότες τρέμανε και γίνονταν πιο θρασύδειλοι. Περιμέναμε πια το Δεύτερο μέτωπο που θα ανοιγόταν από τη Δύση. Ο κίνδυνος να μας ανακαλύψουν μεγάλωνε. Παίρναμε όσο μπορούσε πιο αυστηρά συνωμοτικά μέτρα. Βγαίνοντας από το υπόγειο ψαχνόμασταν παντού μήπως κανένα χαρτάκι, καμιά σταγόνα - μουντζούρα τυπογραφικής μελάνης πρόδιδε την παρουσία μας. Οπλισμό είχαμε ένα αυτόματο Τόμπσον και μερικά πιστόλια που θα τα χρησιμοποιούσαμε σε έσχατη ανάγκη για να αμυνθούμε ή εν ανάγκη να αυτοκτονήσουμε.
Ένα βραδάκι, σούρουπο ακούσαμε από μακριά στην Επτάλοφο φασαρία και αμέσως μετά να μιλάει κάποιος από χωνί. "Εδώ η φωνή της ΕΠΟΝ πατριώτες..." αμέσως μετά φωνές και κυνηγητά. Αμέσως εμείς χωθήκαμε μέσα στο υπόγειο και μας καμουφλάρανε από πάνω σε τρόπο που δεν ήταν δυνατόν να υποπτευθεί κανείς την παρουσία μας.
12
Μάθαμε μετά ότι κυνήγησαν έναν ΕΠΟΝίτη και χώθηκε μες στον κήπο τον δικό μας, αλλά αμέσως μπήκαν από πίσω του κι οι ταγματασφαλίτες και τον έπιασαν, αλλά ευτυχώς σ' ένα στενό τους ξέφυγε. Ένα βράδυ που καθόμασταν στο χαγιάτι να ξεκουραστούμε και να πάρουμε αέρα, ακούμε από κάτω τον ραδιοφωνητή μας να σφυρίζει συνθηματικά. Τρέχουμε όλοι μαζί. Οι σύμμαχοι έκαναν απόβαση στη Γαλλία!...
Κοντέψαμε να φωνάξουμε όλοι μαζί δυνατά με κίνδυνο να ακουστούμε από τα γειτονικά σπιτάκια αλλά και από τους Γερμανούς που ήταν εγκατεστημένοι σε ένα σπιτάκι 500 μέτρα παρά πέρα από μας και που φύλαγαν τα καύσιμα που είχαν σκόρπια μες' τα χωράφια.
Η αρχή του τέλους έγινε. Κουράγιο τώρα, γρήγορα θα απελευθερωθούμε. Στο Αν. Μέτωπο τους πήραν φαλάγγι. Από το δυτικό τους σφυροκοπάνε. Από την άλλη τα αντάρτικα κινήματα των κατεχομένων χωρών εντείνουν τα σαμποτάζ όλο και περισσότερο. Το θηρίο λαβωμένο είναι πιο επικίνδυνο γι' αυτό πρέπει να προσέχουμε περισσότερο.
13
Στις 12 Οκτωβρίου 1944, απελευθερώνεται η Αθήνα. Οι γερμανοί υποχωρούν στην Ευρώπη και ρίχνουν τις περισσότερες δυνάμεις τους στο Ρωσικό μέτωπο. Την άλλη μέρα, στις 13 Οκτωβρίου έμελλε να καταστραφεί ο μηχανισμός από ένα τυχαίο γεγονός, και να σκοτωθεί ο Πέτρος ένας ΕΠΟΝίτης που μας τον έστειλαν κι αυτόν για εργάτη του μπαξέ και βοηθό μας. τραυματίστηκαν ο Κώστας και ο Παντελής και οι άλλοι σώθηκαν ως εκ θαύματος. Τα πράγματα εξελίχθηκαν ως εξής:
Ο Παντελής είχε διαφορές με τον νοικοκύρη του κτήματος που είχε τον ανθόκηπο, ενα βουλγαρόφωνο προδότη. Αυτός λοιπόν ο άθλιος για να τον αναγκάσει να εγκαταλείψει τον κήπο κατήγγειλε στους ταγματασφαλίτες φίλους του ότι έχει κρυμμένα όπλα κλπ. Ήρθαν λοιπόν 5 - 6 απ' αυτούς με μερικούς γερμανούς στον κήπο να ψάξουν για όπλα, να φοβερίσουν τον Παντελή και να πλιατσικολογήσουν. Όταν χτύπησαν την πόρτα του κήπου δεν πρόφτασε ο Παντελής να ξεκινήσει με τα κλειδιά στο χέρι για να τους ανοίξει κι έσπασαν την πόρτα εισορμώντας μέσα στον κήπο βρίζοντας.
Εγώ εκείνη τη στιγμή βρισκόμουν κάτω μπροστά στο ραδιόφωνο. Δουλειά δεν είχαμε γιατί είχαμε τελειώσει μια έκδοση. Ι Γιάννης και ο Κώστας βρίσκονταν απάνω. Σε τέτοιες περιπτώσεις είχαμε συνεννοηθεί, έπρεπε να κατέβουν όλοι κάτω στην κρύπτη, εκτός του Παντελή και του εργάτη Πέτρου που ο ένας θα πήγαινε να ανοίξει κι ο άλλος θα μας καμουφλάρισε. Το καμουφλάζ ήταν ζήτημα λεπτού.
Όρμησαν λοιπόν οι δυο και κατέβηκαν στη κρύπτη. Εγώ που δεν είχα ιδέα τι γίνεται επάνω τους είδα να πέφτουν σχεδόν από την τρύπα. Σε ερώτηση μου μάλιστα προς τον Κώστα που έπεσε πρώτος: "Τι γίνεται επάνω;" δεν μπορούσε να μου απαντήσει από την ταραχή του. Τέλος πάντων, μου είπαν εν ολίγοις τι συνέβη. Εν τω μεταξύ ο Πέτρος δεν πρόφτασε να έρθει να μας καμουφλάρει, και ήρθε ο Παντελής και κάνοντας πως τακτοποιεί τους βολβούς έριξε μια καλαθούνα στην τρύπα.
14
Τον πρόφτασαν όμως οι άλλοι και τον διέταξαν με τα όπλα να βγάλει την καλαθούνα από 'κει και τον ρώτησαν:
. Τι έχεις εκεί ρε;
. Τίποτα, είναι μια αποθηκούλα που βάζω τρόφιμα, λέει ο Παντελής.
Ζήτησαν λοιπόν μια λάμπα για να δουν την αποθήκη. Βρέθηκε εκεί μια λάμπα θυέλλης που την χρησιμοποίησαν. Τον Πέτρο τον κρατούσε έξω ένας, υπό την απειλή του περιστρόφου του.
Αυτά όλα έπρεπε να γίνουν γρήγορα πριν προφτάσουν να ρίξουν στην τρύπα κάποια χειροβομβίδα ή έστω μια πατσαβούρα με πετρέλαιο αναμμένη που θα καιγόμασταν σαν ποντίκια.
Μόλις λοιπόν είδαμε από κάτω το φως δίνω το παράγγελμα και βάλλει δυο πιστολιές ο Γιάννης, αμέσως κατόπιν ο Κώστας βάλλει μια ριπή με το αυτόματο και παραχωρεί τη θέση του στο Γιάννη ο οποίος βγαίνει από την τρύπα. βάλλοντας με το πιστόλι του, ακολουθεί ο Κώστας αλλά πριν βγει παθαίνει εμπλοκή το αυτόματο και υποχωρεί, το παίρνω εγώ τίποτα, το πετώ και βάλλοντας με το πιστόλι μου βγαίνω.
Δεν βλέπω κανέναν ενώ πιστολιές, όπλα και αυτόματα δουλεύουν. Ακούω τα βογκητά του Πέτρου ο οποίος μόλις άκουσε την ριπή τρέχει να φύγει αλλά ο άλλος που τον σημάδευε με το όπλο τρομοκρατημένος κι αυτός πρόφτασε και του έριξε στην κοιλιά κι έτρεξε να κρυφτεί. Ο Πέτρος έπεσε σ' ένα θερμοκήπιο και βογκούσε, γι αυτό και όρθιος που σηκώθηκα με κίνδυνο να μου έρθει καμιά ριπή δεν μπορούσα να τον δω.
15
Σε λίγο όμως έριξαν χειροβομβίδα και σταμάτησε το βογκητό. Όπως έμαθα μετά, του θρυμμάτισε το κεφάλι και πέθανε ευτυχώς αμέσως χωρίς άλλες ταλαιπωρίες. Αυτά γίνονται σε δευτερόλεπτα που περίμενα να βγει και ο Κώστας τραυματισμένος στο χέρι, να τον πάρω και να φύγω.
Ξέχασα να σας πω ότι όταν έβγαλε το αυτόματο από την τρύπα κάποια σφαίρα περίστροφου τον βρήκε στον καρπό του χεριού. Βγήκε και μαζί περάσαμε πίσω από το σπίτι τα σύρματα, μπήκαμε σε ένα γειτονικό αμπέλι κι από εκεί στο δρόμο, που σε απόσταση 300 400 μέτρα ήταν το φυλάκιο των Γερμανών. Ο Γιάννης είχε εξαφανιστεί, μπροστά από μας είδαμε μόνο τον Παντελή που έτρεχε κουτσαίνοντας. Μπήκαμε στο συνοικισμό Μενεμένη. Εδώ ο Παντελής γνώριζε πολλούς από τους κατοίκους του συνοικισμού, γι' αυτό κι έλεγα στον Κώστα να πάει με τον Παναγή μήπως μπορέσει και τον βάλει σε κανένα σπίτι να του επιδέσουν τουλάχιστον το τραύμα του, γιατί ήταν πολύ επικίνδυνος.
Οι ριπές και οι χειροβομβίδες που πέφτανε στον κήπο είχαν αναστατώσει τη γύρω περιοχή. Θα μας έβλεπαν οι ταγματασφαλίτες ή κανένας χωροφύλακας και θα μας πιάνανε. Ο Κώστας όμως επειδή ήταν παλιός συνάδελφος και φίλος, είχε περισσότερη εμπιστοσύνη σε εμένα απ' ότι φαίνεται και δεν ξεκολλούσε από μένα.
Είχα δε, γεμίσει κι εγώ αίματα από την πληγή του μ' ένα μαντίλι. Ο κόσμος είχε βγει στις πόρτες των σπιτιών του συνοικισμού και μας κοίταζε φοβισμένα αλλά και με συμπάθεια, όπως πρόσεξα. Πήρα την απόφαση και σταμάτησα μπρος σε μια πόρτα που στέκονταν και μας έβλεπε μια γυναίκα μ' ένα παιδί. Της ζήτησα κανένα προσόψι ή κάτι τέτοιο για να σταματήσουμε το αίμα ως ότου βρούμε κανένα φαρμακείο - όπως της είπα.
16
Αυτή όμως, αντί απαντήσεως, μας είδε από πάνω ως κάτω και τον έπιασε από το μανίκι, τον έβαλε μέσα στο σπίτι. Με κοίταξε με σημασία και μου έκλεισε την πόρτα. Φαίνεται ότι κατάλαβε ότι είμαστε αγωνιστές της αντίστασης, αντιλήφθηκε σε πόσο τραγική θέση βρισκόμασταν, γιατί σίγουρα θα μας πιάνανε πάρα κάτω οι ταγματασφαλίτες που ειδοποιημένοι, έφθασαν ενισχύσεις με αυτοκίνητα και κάνανε έρευνες σ' όλη την περιοχή.
Εγώ κατάλαβα ότι τον αφήνω σε καλά χέρια μην έχοντας άλλωστε άλλη εκλογή ανακουφίστηκα αφάνταστα γιατί θα είχα να φροντίσω μόνο για τον εαυτό μου τώρα. Το μυαλό μου δούλευε γρήγορα. Φορούσα ένα στρατιωτικό σακάκι που ήταν μέσα στα αίματα.
Πρέπει να πω λίγα λόγια όμως για την εποχή εκείνη και το λαό μας, τον απλό λαό. Μεγαλούργησε πραγματικά. Όπου πήγαινες, όπου αποτεινόσουν, να μην πω πολύ στα 80% του λαού μας θα έβρισκες συμπαράσταση. Η απλή αυτή γυναικούλα κατάλαβε περί τίνος πρόκειται, ζύγισε τα πράγματα στα γρήγορα και πήρε τις αποφάσεις της. Με κίνδυνο, με άμεσο κίνδυνο της ζωής των παιδιών της και του εαυτού της, πήρε τον τραυματία αγωνιστή, τον έκρυψε δύο μέρες και κατάφερε όπως έμαθα αργότερα να συνδεθεί με την οργάνωση και να τον φευγατίσουν για την Καβ!iλα.
Αυτά γίνονται στις 13 Οκτωβρίου 1944. Σε λίγες μέρες άρχισαν να απελευθερώνονται οι άνω συνοικίες.
Όταν βρέθηκα λοιπόν μόνος κείνο που σκέφτηκα πρώτο ήταν να απαλλαγώ από το ματωμένο σακάκι. Δεν ήταν δυνατόν. Σιγούρεψα το πιστόλι μου. Έβαλα τα χέρια στην τσέπη και τραγουδούσα ρεμπέτικα τραγούδια παραπατώντας και κάνοντας το μεθυσμένο. Αν με σταματούσε κανένας θα έλεγα ότι δούλευα στα σφαγεία και τα παραήπιαμε με την παρέα. Πράγματι ο κόσμος με έβλεπε περίεργα, αλλά όχι και παραξενεμένος. Έβλεπε ένα μεθυσμένο.
Ο Γιάννης που έφυγε πρώτος κατάφερε να στείλει ένα σημείωμα στην οργάνωση γραμμένο στα λατινικά ότι εγώ και ο Κώστας σκοτωθήκαμε γιατί ήταν βέβαιος γι αυτό ύστερα από το χαλασμό που γινόταν και που έβλεπε από μακριά. Αφού ρήμαξαν τα πάντα με χειροβομβίδες έβαλαν φωτιά στο σπιτάκι.
17
Παρέλειψα να σας πω, ότι η ταυτότητα μου, έμεινε στην τσέπη του σακακιού μου και κάηκε μαζί με τα άλλα πράγματα. Διότι αυτοί, μη βλέποντας κανέναν και μη ξέροντας αν φύγαμε ή έχει ανθρώπους το σπίτι βάλανε φωτιά. Εγώ όμως δεν το ήξερα αυτό κι έπρεπε να πάρω τα μέτρα μου. Γι' αυτό πήρα την οικογένεια μου και λίγα ρουχάκια και εξαφανίστηκα. Ειδοποιήθηκε η οργάνωση που βρίσκομαι και απεκατέστησα επαφή.
Σε λίγες μέρες ύστερα από περιπέτειες με ειδοποίησαν και κατέβηκα στο Γραφείο Τύπου που εν τω μεταξύ είχε ιδρυθεί στην άνω συνοικία που άρχισε να απελευθερώνεται.
Στις 27 Οκτωβρίου το βράδυ, ακόμα οι Γερμανοί ετοιμάζονταν να φύγουν, εμείς κάνουμε συμβόλαιο με τον ιδιοκτήτη των εγκαταστάσεων της εφημερίδας "Ν. Ευρώπη" και μπαίνουμε στο τυπογραφείο. Οι Γερμανοί νομίζοντας ότι θα βγάλουμε την "Ν. Ευρώπη" μας φέρνουν ανακοινώσεις και διάφορα έγγραφα για δημοσίευση.
Εγώ κατά τις 10 πηγαίνω στο σπίτι (είχα γυρίσει στο δικό μου) να δω τι κάνουν και να φάω λίγο. Γυρίζοντας είδα τους Γερμανούς να φεύγουν. Όταν πήγα στην εφημερίδα είδα ότι είχαν κόψει το ρεύμα. Ξεκίνησα με κάποιον άλλον και πήγα στην Ηλεκτρική Εταιρεία για να δούμε πως θα βγάλουμε Εφημερίδα. Όταν έφτασα εκεί βρήκα και το Διοικητή της πολιτοφυλακή ς Θωμά Βενετζανόπουλο που ενδιαφέρονταν κι αυτός για το ίδιο πράγμα, για τα νοσοκομεία και την πολιτοφυλακή που στεγάζονταν στο μέγαρο Δρόσου.
18
Βρήκαμε μερικούς τεχνικούς. Μας βεβαίωσαν ότι αυτοί θα βάλουν μπρος τις μηχανές και θα μας δώσουν ρεύμα, αλλά έπρεπε εμείς να φροντίσουμε για τις γραμμές που ήταν μισοκατεστραμμένες. ψάξαμε και μάθαμε ότι ο υπεύθυνος τεχνικός, κατά κάποιο τρόπο των γραμμών είναι κάποιος Σούγκαρης. Αυτόν έπρεπε να βρούμε, οπωσδήποτε. Ξεκινήσαμε λοιπόν όλοι μαζί και ψάχναμε σαν τα λαγωνικά, νύχτα, ώσπου κάτι βρήκαμε. Φτάσαμε τελικά κάπου στο Παππάφη και ρωτώντας βρήκαμε επιτέλους τον Σούγκαρη, του εξηγήσαμε την αποστολή μας και τον παρακαλέσαμε και ήρθε μαζί μας. Του δώσαμε φρουρά να μην τον πειράξει κανείς, και σε μερικές ώρες είχαμε ρεύμα. Με χίλιες στερήσεις και εμπόδια κλείσαμε 2 σελίδες κανονικού σχήματος και βάλαμε μπρος τις μηχανές, το ταχυπιεστήριο και βγάλαμε την "Ελευθερία" σε πολλά αντίτυπα για πρώτη φορά ελεύθερα στον ελεύθερο αέρα από το μπουντρούμι που έβγαινε σε ένα μικρό πενταλάκι που το δουλεύαμε με το πόδι.
Την άλλη μέρα η εφημερίδα μας έγινε ανάρπαστη. Ο κόσμος παραληρούσε. Οι γερμανοί ακόμα φεύγανε. Εμείς κοντά στα άλλα έπρεπε να φυλάξουμε και τα πιεστήρια των άλλων εφημερίδων για να μην τα ανατινάξουν ή τα καταστρέψουν. Ανέλαβα την τεχνική και οικονομική διεύθυνση της εφημερίδας με χίλιες στερήσεις πάλι, ως τη Βάρκιζα 12 Φεβρουαρίου 1945 που υπεγράφη η περίφημη συμφωνία της Βάρκιζας.
Από εκεί αρχίζουν τα βάσανα μας. Αθέτησις της συμφωνίας, κλπ, κυνηγητά των αγωνιστών... φυλακίσεις, σκοτωμοί από αγανακτισμένους πολίτες κλπ, κλπ...
19
Ως τον Νοέμβριο του 47 που με συνέλαβαν και με δίκασαν χωρίς υπόθεση και με καταδίκασαν (παραγγελία Β. Επιτρόπου 3 εις θάνατον) σε 12 χρόνια φυλακή. Έκανα Επταπύργιο, 2 στη Γιούρα, 1 στη Κεφαλονιά, στο Μεσολόγγι κλπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου