Την Tρίτη το βράδυ ήταν να μη βγώ για τρέξιμο γιατί έφαγα στη δουλειά μία μπαγκέτα - ρουκέτα διηπειρωτικό πύραυλο S300 και δεν μπορούσα ούτε να οδηγήσω.
Ακύρωσα το τρέξιμο με τον αδερφό μάλιστα και ήμουν σίγουρος ότι αν έτρεχα - έστω και τζόγκ - όχι μόνο θα ξέρναγα, αλλά θα πέθαινα κι όλας, έμφραγμα, εμβολή, εγκεφαλικό και όλα τα παραπάνω.
Μύθος.
Τελικά με το που μπαίνω σπίτι, πετάω το σάκο με τα τρεξιματικά στην πολυθρόνα, τον κοιτάω με συμπόνοια, τον ανοίγω, τα ντύνομαι, αμέσως μου περάσαν και τα ρεψίματα και τα τουμπανιάσματα και όλα, βγαίνω, κάνω ένα 5άρι χαλαρό στα τουρκοβούνια που είχε το πρόγραμμα, ρίχνει κι ένα ψιλόβροχο που σε τρία λεπτά έγινε βροχή επί μισή ώρα και έγινε μουσκίδι μέχρι κι ο κοκοβάκος μου, και τα σύννεφα να χουν κατέβει, η πόλη να φαίνεται θολή από τη βροχή, τα παπούτσια μου κλατσα κλούτσα, βρεμένα ακουστικά, τηλέφωνα, κινητά, αφού δεν έπαθα ηλεκτροπληξία πάλι καλά, είχε γεμίσει κι ο τόπος σαλιγκάρια κι έπρεπε να προσέχω να μην τα λιώσω, με κοιτούσαν τα αυτοκίνητα με τους στολισμένους από τις καφετέριες και το 'παιζα και άνετος, έλυσα δυο τρία θεματάκια που είχα, (σε αυτόν τον τομέα, το τρεξιματάκι είναι καλύτερο από τον Τζακ) κι έβαλα στόχο τον επόμενο αγώνα. Σύντομο (10χλμ) αλλά πλέον πάμε για να κατεβάσουμε χρόνους με οργανωμένη, μεθοδική και συνεπή προπόνηση. (λέμε τώρα)
Με αυτά και τα προηγούμενα, σήμερα (Τετάρτη) τα πόδια μου ήταν πτώμα.
Το πρόγραμμα όμως εχει ένα αργό 8άρι.
Τι να κάνω; Σχολάω και με τα τρεξιματικά στο πορτμπαγκαζ πάω για το στάδιο. Στο δρόμο να πεινάω, να ζαλίζομαι, να περνάω δίπλα από κάτι κοτοπουλάδικα και να μου τρέχουν τα σάλια, να νυστάζω, με πονοκέφαλο, θα σε φτιάξω λέω, βρίσκω ένα παστέλι πεταμένο στο ντουλαπάκι, το τρώω, πίνω κι ένα μπουκαλάκι νερό, συνέρχομαι κάπως, φτάνω στάδιο, είμαι να μείνω ή να πάω σπίτι να φάω και να κοιμηθώ, οπότε μου κάνω έναν αιφνιδιασμό με μία προσποίηση και βουτάω στο πίσω κάθισμα, αλλάζω, βγαίνω, λίγο ζέσταμα και μία ώρα μετά ξανάμπαινα στο αμάξι σε άριστη κατάσταση.
Η πρώτη μαρουλοσαλάτα της σαιζόν με κάπαρη, μπαλσάμικο, τουρσιά και τρεις κολιοί έκλεισαν τη βραδιά.
Τώρα έχει πάει Πέμπτη πρωί, πίνω καφέ και τα πόδια μου νυστάζουν ακόμα.
Απέκτησε κι ένα κόκκορα η γειτονιά, και τραβάει κάτι κοκορίσματα όποτε του κατέβει - ευτυχώς σε νορμάλ ώρες.
Θα βγάλω τα ηχεία έξω μία μέρα και θα του παίξω ήχους από κοτέτσι να δω αντιδράσεις.
Rouster Trolling!
Υ.Γ. Είναι αυτό που λένε, ότι το να βγεις από την πόρτα είναι το πιο δύσκολο. Μετά όλα κυλάνε. Για το τρέξιμο και για όλα μάλλον.
Είναι μέχρι να ξεβολευτείς.
Ή να νομίσεις ότι ξεβολεύεσαι.. .
2 σχόλια:
Σαν γνήσιο παιδί της πόλης έπρεπε να πάω στα Γιάννενα, για την ακρίβεια να περιμένω και πέντε χρόνια μέχρι να μετακομίσω εκτός πόλης και να συνορεύω με κοτέτσι, μέχρι να μάθω ότι ο κόκκορας δεν κοκκορίζει μόνο το πρωί αλλά όλη τη μέρα!
Δεν απέχω πολύ.
Αντε και στα δικά μας....
Δημοσίευση σχολίου